γεραίρω

γεραίρω
γεραίρω (impv. γεραίρετε; γεραίρων, -οντες; impf. ἐγέραιρεν: aor. ἐγέρᾶρεν)
1 do honour, bring honour to

κλεινὰν Ἀκράγαντα γεραίρων εὔχομαι O. 3.2

βωμοὺς ἓξ διδύμους ἐγέραρεν ἑορταῖς θεῶν (ἐγέραιρεν v. l.: sc. Ἡρακλέης) O. 5.5 δᾶμον γεραίρων (sc. Ἱέρων) P. 1.70 Αἰακίδας ἐγέραιρεν ματρόπολίν τε (sc. Πυθέας: ἐγέραρεν coni. Callierges) N. 5.8 οἵ σε (= Ἑστίαν)

γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5

(Ποσειδᾶν)

εὐάρματον ἄνδρα γεραίρων, Ἀκραγαντίνων φάος I. 2.17

γεραίρετέ μιν, ὃς Ἴσθμιον ἂν νάπος Δωρίων ἔλαχεν σελίνων (Bothe: γεραίρεται codex) I. 8.62

Lexicon to Pindar. . 2010.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • γεραίρω — honour pres subj act 1st sg γεραίρω honour pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γεραίρω — (AM γεραίρω) [γεραρός] τιμώ, δοξάζω αρχ. 1. ανταμείβω, τιμώ με δώρο 2. απονέμω, παρέχω ή τελώ κάτι σε ένδειξη τιμής 3. εορτάζω, τιμώ με εορταστικές εκδηλώσεις …   Dictionary of Greek

  • γεραίρετε — γεραίρω honour pres imperat act 2nd pl γεραίρω honour pres ind act 2nd pl γεραίρω honour imperf ind act 2nd pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γεραιρομένων — γεραίρω honour pres part mp fem gen pl γεραίρω honour pres part mp masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γεραιρόμενον — γεραίρω honour pres part mp masc acc sg γεραίρω honour pres part mp neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γεραιρόντων — γεραίρω honour pres part act masc/neut gen pl γεραίρω honour pres imperat act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γεραίρει — γεραίρω honour pres ind mp 2nd sg γεραίρω honour pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γεραίρομεν — γεραίρω honour pres ind act 1st pl γεραίρω honour imperf ind act 1st pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γεραίροντα — γεραίρω honour pres part act neut nom/voc/acc pl γεραίρω honour pres part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γεραίροντι — γεραίρω honour pres part act masc/neut dat sg γεραίρω honour pres ind act 3rd pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γεραίρουσι — γεραίρω honour pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) γεραίρω honour pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”